σαγκουίνι (αεροπλάνα πετούσαν, και κάτι τυράδες (βλ. tirade - γαλ.) για το μετρό)

 στην κακόμοιρη κυριούλα με πανάκια στα χέρια που κατέβηκε στην αποβάθρα του μετρό να με διώξει γλυκά από τον σταθμό είπα αυτολεξεί σχεδόν "ντροπή στην εταιρεία σας που σας προσλαμβάνει για να κάνετε αυτή την δουλειά, να ανακοινώνεται στους μαλάκες που περιμένουν κάτι ότι δεν θα περάσει άλλος συρμός, δεν είναι δουλειά σας, το καταλαβαίνω"

- σας μίλησα πιο πριν αλλά μάλλον δεν με ακούσατε.

μα τι με νοιάζει - το ξέρω ότι θα έπρεπε να το ξέρω, θα έπρεπε να είχα μάθει από κάπου τι ώρα φεύγει ο τελευταίος συρμός από την αποβάθρα. μην σου πω ότι θα έπρεπε να είχα αυτή την γνώση καταγεγραμμένη στην τάμπουλα ράσα του μυαλού μου εκ γενετής όπως όλοι οι νορμάλ καλά φτιαγμένοι άνθρωποι. μου την σπάει όλη αυτή η ασέβεια μέσω της μετακύλισης ευθυνών από οργανισμό με δημόσιο χαρακτήρα - αν για κάθε οργανισμό ισχύει αυτό - στους από κάτω, οπότε και οι ευθύνες και η έκθεση που τελικά έχει ως οργανισμός στους τελικούς αποδέκτες των (κάποιες φορές μη-) υπηρεσιών του τις επομίζεται μια άμοιρη υπάλληλος καθαριότητας ή "αυτών των αορίστων πραγμάτων που τα λέμε σεκιούριτυ" (μερικές φορές δεν μπορείς καν να τους ξεχωρίσεις, λες και κυκλοφορούν under cover και η δουλειά τους είναι να σε μπερδεύουν και να σου βάζουν λογικές τρικλοποδιές) - και τι να πεις σε αυτήν;

σε ενα νορμάλ κράτος που σέβεται τους πολίτες του και τις δομές του που αναφέρονται σε αυτούς, αυτό που φαντάζομαι πως συμβαίνει είναι ότι ο τελευταίος συρμός του μετρό κάθεται στην αποβάθρα και οι άνθρωποι που μπήκαν στον σταθμό οδηγούνται σε αυτό ενώ κάνείς άλλος δεν μπαίνει άλλο στο σταθμό - αλλά τι, έχουν οι Αττικές Συγκοινωνίες ή δεν ξέρω πως λέγεται ο οργανισμός αυτός προσωπικό για να κάνει το παραπάνω;

τους έχει απολύσει ή δεν προσλαμβάνει και βλέπω κάθε φορά την θληβερή εικόνα με άδειους σταθμούς και ανθρώπους ανήμπορους απλά να μην μπαίνουν καν στον κόπο να χρησιμοποιήσουν το μετρό λόγω της κατάπτηστης κατάστασης που αντιμετωπίζουν, ξεκινόντας από τα εκδοτήρια εισητηρίων τα οποία δεν μπορούν να μάθουν να τα χρησιμοποιούν, και τις αυτόματες θύρες που θα πρέπει να ευχαριστούμε την τύχη που δεν είναι εντελώς ανελέητες όταν περνάει κάτι ανάμεσά τους χωρίς εισητήριο, και τελειώνοντας με το να λείπει πάσης φύσεως προσωπικό από ολόκληρο τον σταθμό πλην του σταθμάρχη κάπου στο υπερπέραν σε μια σκοτεινή αίθουσα από χοντρό γυαλί που σου μιλάει από το μηχάνημα "πατήστε το κουμπί για να μιλήσει" και η φωνή του ακούγεται έτσι αφύσικα ηλεκτρική, εάν δεν είναι χαλασμένο το μηχάνημα δηλαδή, και τι να την κάνεις την φωνή όταν δεν μπορεί να σου πει τίποτα πέρα απ' αυτά που ήδη ξέρεις.

για δύο ώρες περπάτησα την σκοτεινή αθήνα του γλυκού παρασκευιάτικου βραδιού, ευχαριστώντας το αττικό μετρό για την ευκαιρία αυτή που μου δίνει έτσι απλόχερα κάθε φορά. στον δρόμο έπαιζα με τα λουράκια από την ζακέτα μου - είναι απ' αυτά με τα οποία δένεις τον λαιμό όταν κρυώνει (μην σκεφθώ τίποτε άλλο, άκου εκεί) και που στην ζακέτα αυτή καταλήγουν σε δύο ξύλινα μπιλάκια από τα οποία μόνο το ένα έχει μείνει. ζουλούσα το ένα μπιλάκι τόση ώρα που σήμερα το πρωί βρήκα έναν κάλλο πάνω στο δάχτυλο. είναι ακριβώς στο σημείο όπου στηρίζεται το ποτήρι όταν το πιάνεις από το χερούλι. θα λέω ότι έβγαλα κάλλο από τον πολύ καφέ. επίσης σχεδίαζα στο μυαλό μου γκριμάτσες σε μπάτσους, το μόνο που έκανα στην πράξη όμως ήταν κάτι σε ένα τετράγωνο χαμόγελο απαισιοδοξίας και απαξίωσης με μια δόση απολογιτικής διάθεσης. επίσης είδα στον δρόμο τον Αντώνη, ενα παιδί που ούτε καν επιφανειακά δεν τον ξέρω, και του φώναξα με βραχνή φωνή ενώ περνούσε σε απόσταση ενός μέτρου - Αντώνη! - και όταν με αναγνώρισε και πήγε να μου δώσει το χέρι του, δεν μπορούσα να το δεχτώ οπότε ακαριαία την σχημάτισε σε γροθιά για να μου δώσει το μπρο φιστ, το οποίο και αυτό μου φάνηκε γελοίο, και τελικά αμήχανα του έσφηξα την σχηματισμένη γροθιά, όπως θα έπρεπε να είναι τα πράγματα δηλαδή σε αυτές τις καταστάσεις, και μετά από όλα αυτά είδα τον φόβο στα μάτια του Αντώνη και ένιωσα την ανάγκη να του απολογηθώ, ή τέλος πάντων να εξηγήσω το αυτονόητο - ότι τον είδα από μακριά και ήθελα να τον χαιρετήσω. αυτά. τον άφησα έτσι με φόβο και απορία στα μάτια. ελπίζω να μην έπεσε στα χέρια των μπάτσων στους οποίους χαμογελούσα τετράγωνα για να τον ανακρίνουν σχετικά με την σχέση του με "αυτόν τον άνθρωπο". σαν ο βραχνός αδέξιος χαιρετισμός μου ήταν σαν το φιλί ενός ανυποψίαστου αυτή την φορά Ιούδα.

κατά τα άλλα σας έχω πει ότι τους τελευταίους 1-2 μήνες έχω συνεχόμενη αρνητική διάθεση; και σε άλλες ειδήσεις.. με λένε δημήτρη μάναλα και έχω μια αγάπη για τα βουνά και η ζωή είναι μικρή και σας το λέω εγώ που είμαι ενενίντα, και άλλες τέτοιες π@π@ριές (από γνωστή άκρως εκνευριστική διαφήμιση σε γνωστό ραδιοφωνικό σταθμό). πολλά μου φαίνονται γελοία, εκνευριστικά, και δεν βρίσκω σωτηρία (- θα τραβήξω μαλακία!!! - )

επίσης πιο πριν απόλα αυτά χθες το βράδυ είδα δύο φίλους που τους λένε και τους δύο Οδυσσέας, και είπα πως θα το θεωρήσω σημάδι από ψιλά, απ' αυτά σαν και εκείνα που πειγράφει ο κάθε γέροντας Παϊσιος, είπα πως θα το γράψω στο μπλογκ μου. το είπα και το έκανα.

αναμένουμε να πάρει και την γκούγκλ ο έλον μας, οπότε εκτός από μαζικές απολύσεις εργαζομένων, θα στείλει και τα emails μας στο διάστημα. μιλώντας για το διάστημα, γράφω αυτές τις γραμμές και ακούω συνεχόμενους ήχους από αεροπλανικές υπερπτήσεις και προσπαθώ να καταλάβω αν είναι ρυπές του αέρα ή όντως μαχητικά που πετάνε από πάνω. με αυτούς τους ήχους που ακούω είναι σαν να γίνεται το σώσε εκεί πάνω, η επόμενη μάχη της αθήνας. και να γινόταν μάχη, λες να το ακούγαμε στις ειδήσεις; μπα, δεν νομίζω. θα το έδειχνε μάλλον η νεκροψία. εμείς οι απλοί κάτοικοι εδώ στα χαμυλά, με τις προσγειωμένες μας σκέψεις και την ψευδαίσθηση πως μιλάμε σε κάποιον.

έχει ντάλα ήλιο, υπόσχονται πως από το απόγευμα η Εύα θα ρίξει ανείπωτες καρέκλες, το αμάξι μου παραμένει χεσμένο και γεμάτο πευκοβελόνες μιλώντας εκτενώς για την ανευθυνότητα και σταρχιδοσύνη του ιδιοκτήτη του, αποκρύπτοντας παντελώς την βασανισμένη καθημερινότητά του νού του (του του)

(είναι απλά μια ηχώ)
αεροπλάνα πετούσαν