24/11/2020 η πανταχού παρούσα υπόκρουση των αρχών δεκαετίας '80 στην ΕΣΣΔ - θυμάμαι πως όντως υπήρχε κάπου να ακούγεται σε κάποιες ταινίες εκείνης της εποχής, ή μεταγενέστερες που κοιτούσαν πίσω στον χρόνο για διάφορους λόγους. έτσι, σε χαμυλή ποιότητα, ηχητικά και οπτικά, αυτό το τραγούδι ακούγεται λίγο σαν ένας χορός φαντασμάτων, ή μουσική για κάποια επόμενη Σασπίρια ή Την Λάμψη, την ξένη, εκείνη με τον Νίκολσον και τους μακρινούς διαδρόμους αδειανού παρατημένου ξενοδοχείου. σκέφθηκα να δω τι ακριβώς λέει στους στίχους - γιατί τον τίτλο μόνο θυμόμουν όλη την ζωή - "πανηγύρια και χρώματα" - εξιστορεί όντως μια φάση που ο σολίστ χάνεται στην ανάμνηση ενός πανηγυριού, απαρηθμεί τις χρωματιστές, έντονές εικόνες που έμειναν στην μνήμη του, γυρνάει πίσω στην πραγματικότητα, συνειδητοποιεί πως μια ζωή σχεδόν πέρασε από τότε, λυπάται λίγο και ξαναθυμάται..
cavallo bianco
πολύ μ'αρέσουν οι Matia Bazar, αλλά αυτό το κομμάτι δεν το είχα ξεχωρίσει μέχρι σήμερα, τυχαία λίγο. Πολύ grande το δημοσίευμά μου σήμερα, κρίμα που κανονικά είμαι σε mode σαμποταρίσματος του φεησμπουκ. και θα το ποστάρω σε μπλογκ χοχο.
(εκ των υστέρων, - την επόμενη μέρα ξυπνάω και με τρώει μια σκέψη - σαμποτάρισμα - κάτι λάθος έγραψα - μποϋκοτάρω λοιπόν ήταν η σωστή λέξη)
(Matia Bazar - Cavallo Bianco)
patchelor bad
σήμερα αρχικά έβλεπα κάτι επίσημο και πολύπλοκο που δεν θυμάμαι τώρα τι ήταν - [σ.σ. μπορεί να ήταν μια δίκη] - κάποια στιγμή νωρίτερα θυμόμουν όμως, οπότε δεν χάνω την ελπίδα πως θα μου ξαναέρθει. μετά έβλεπα έναν βετεράνο συνδάδελφο πως κάναμε παρέα, και μια μέρα μετά την δουλειά με πήγε στο bachelor pad του, σε ένα διαμερισματάκι μικρό στο κέντρο (μιας απροσδιόριστης πόλης) - γκαρσονιέρα με μια μικρή κουζινίτσα - θυμάμαι χαρακτηριστικά πως α) δεν ήμουν σίγουρος αν δεν ήταν στις προθέσεις του να με αποπλανήσει οπότε γενικώς στο πίσω μέρος του εγκεφάλου ήμουν standby β) κοιτούσα διάφορα πράγματα γύρω γύρω που τώρα μου διαφεύγουν, πάντως ήταν κάτι σαν ενθύμια από μια εφηβική ζωή που κάποιος έχοντας μεγαλώσει πλέον δεν ενθαρρύνεται να τα βγάζει φόρα παρτίδα σαν εμβλήματα πάνω σε τοίχους - μιλάω για ποστερ συγκροτημάτων, παλιά μπιχλιμπίδια, δίσκους, τέτοια πράγματα - οπότε το μπάτσελορ πάντ σε αυτή την περίπτωση λειτουργεί και σαν κάτι σε παιδικό δωμάτιο / playroom γ) σε κάποια φάση για κάποιο λόγο έπρεπε να φύγει και με άφησε μόνο μου να φύγω λίγο αργότερα - και θυμάμαι χαρακτηριστικά το βασανιστήριο που περνούσα για μην αφήσω κάτι ανοιχτό πριν φύγω - κοιτούσα ένα ένα τους διακόπτες - έψαχνα κυριολεκτικά τους διακόπτες στους τοίχους και τους ανοιγόκλεινα, γιατί, καθως φαίνεται, δεν ήμουν καν σε θέση να καταλάβω αν υπάρχει κάποιο ανοιχτό φως κάπου ή όχι - και δεν ήταν όπως ψάχνουμε τα φώτα ενώ έχει ντάλα ήλιο έξω. ήταν άλλη αίσθηση. επίσης στην κουζίνα, ανακάλυψα πως όσο ήταν ακόμα εκεί ο συνάδελφος, είχαμε βάλει ένα μπρίκι με νερό να ζεσταίνεται, και ως συνήθως είχε μείνει ανοιχτό το μάτι. μάλιστα ήταν από τις κουζίνες τις "καλές" (που τις φοβάμαι πιο πολύ) - τις γκαζιού. θυμάμαι αργά αργά και, το ξέρω πως έχω ξαναπεί αυτή την λέξη, βασανιστικά, έψαχνα όλα τα κουμπιά και χερούλια πάνω στην συσκευή της κουζίνας, μελετούσα τις θέσεις τους σε σύγκριση μεταξύ τους, για να καταλάβω ποιό κλείνει ποιό μάτι, και ποιό είναι ανοιχτό, θυμάμαι να πειραματίζομαι και με έναν αναπτύρα για να δω ποιό είναι ανοιχτό χωρίς να καίει - τέλος πάντων - τέρμα δυσκολία. αφού τελείωσα με αυτό (χωρίς να είμαι σίγουρος ότι όντως τελείωσα) - ξαφνικά ανακαλύπτω πως στο σπίτι υπάρχει και ένα μικρό γατάκι, στην ηλικία του δικού μου όταν το βρήκα - 5 μηνών, όχι τελείως μικρό, αλλά αρκετά μικρό για να είναι χαδιάρικο και χαζούλι τελείως. και μου φώναζε μάλλον γιατί πεινούσε, και βρήκα ότι κάπου είχε λίγο φαγητό, αλλά ήταν λίγο σαν φαγητό - παιχνίδι, είχε σε ένα μικρό μπωλ ανακατεμένα κάτι σαν άχυρα με λίγη ξηρά τροφή και κάτι άλλα πραγματάκια που δεν ξέρω αν τρογώντουσαν, και έκανα μια σημείωση στο μυαλό μου να του πω του συναδέλφου ότι έχει και ένα γάτο στο σπίτι και δεν έχει πολύ φαϊ. δεν θυμάμαι πως έφυγα τελικά.
αυτό που θυμάμαι είναι πως - πριν ή μετά απ' αυτό το προηγούμενο όνειρο, έβλεπα να παίρνω ταξί από κάποιο απροσδιόριστο δρόμο, και να πηγαίνω κάπου, και ήταν γυναίκα η ταξιτζής, και να με πηγαίνει αλλά σε κάποια φάση να μπερδεύεται και να μην ξέρει που να πάει και να τις δίνω οδηγίες, και σε κάποια φάση εκτροχιάζεται τελείως και αρχίζει και οδηγεί αλλοπρόσαλλα, βγαίνει π.χ. μετά από φανάρι σε ένα τεράστιο δρόμο με πολλαπλές λωρίδες με διαχωριστικό, σε αντίθετο ρεύμα, και να προσπαθώ να κουλάρω τον εαυτό μου και αυτήν, και να δίνω περισσότερες και πιο ακριβείς ακροβατικές οδηγίες (" - έλα έλα τώρα τρέξε, για να στρίψουμε εκεί για να ξαναπεράσουμε στο δικό μας ρεύμα, ίσα ίσα προλαβαίνουμε πριν την μετωπική.." (ίσως κάπως έτσι να συμβαίνουν οι μετωπικές..)) - και κάπως έμπλεξαν τα παραπάνω δυο όνειρα επίσης, δεν θυμάμαι λεπτομέρειες, και να μου έρχονται κάποιες εικόνες, δεν σας λέω γιατί μπορεί να τις έφτιαξα εκ των υστέρων. [τι είναι τσόντες, απλά όνειρα των αντρών; - βλέπετε, ήξερα καλύτερα εκείνο κομμάτι της πόλης από την ταξιτζού, ήμουν σε θέση ισχύος, σε θέση να δίνω καίριες συμβουλές, και όμως δεν οδηγούσα ο ίδιος - πολύ πολύπλοκος συλλογισμός και όμως με χαρακτηρίζει;...]
σδφ
σήμερα ή μάλλον χθες, για την ακρίβεια, είχα μια δυσκολία να με πάρει ο ύπνος, γιατί είχα μια ανησυχία ότι θα πάθω κάτι με τις κρισούλες που παθαίνω που κάτι συμβαίνει και νομίζω ότι μου κόβεται η αναπνοή - δεν έχω καταλάβει τι ακριβώς είναι, αν είναι η καρδιά, το πνευμόνι ή κάτι σαν γαστροισοφαγικοτέτοια παλινδρόμηση. το πολύ πολύ το στέρνο μου να μετατρέπεται σιγά σιγά σε οπίσθια και ο λαιμός μου σε μια κωλοτρυπίδα (έτσι έτσι - μαθαίνω να λέω και καμία άσχημη λέξη, για να συνηθίζω την φυλακή ή τον άδη, δεν ξέρω ποιόν από τα δύο αντικρίσω πρώτο, (τον άδη μάλλον, ) εκτός και αν με μπουρδουκλώσουν για κακές λέξεις - οπότε και αληθευτεί αυτό που μας λέγανε (ίσως;) όταν είμασταν παιδιά - μην μιλάς άσχημα γιατί αλλιώς θα σε συλλάβει η αστυνομία λέξεων [σ.σ. μάλλον σίγουρα εμένα δεν μου το έλεγαν όταν ήμουν παιδί, αλλά σίγουρα αυτό που θυμάμαι καλά ήταν και καλά μεταξύ σοβαρού και αστείο δάσκαλος θρησκευτικών στο γυμνάσιο να λέει στην τάξη πως για τις αταξίες τα παιδιά τα κλείνανε σε φυλακές στην Σοβιετική Ένωση - και να υπάρχει εδώ ο Ανδρέας να το επιβεβαιώσει - έτσι ήταν τα πράγματα; ναι - έτσι ήταν, έγνευα εγώ, χωρίς να καταλαβαίνω πλήρως τι εννοούσε εκείνος, και σε τι συμφωνούσα - ήταν, να φανταστώ, κάτι σαν το πιστοποιητικό φρονημάτων στην μεταπολεμική Ελλάδα, και το υπέγραφα εκείνη την στιγμή]).
επιτροχάδην. είδα έναν από τους ψυχολόγους με τους οποίους συνεδριάζουμε, σε περιπέτειες όπου πηγαίναμε πέρα δώθε ανάμεσα σε σπίτια και το γραφείο του (κάτι που έμοιαζε με μαγαζί ή κομμωτήριο ισόγειο ή γραφείο τελετών - ξέρετε - ένα άδειο γραφείο με μια ολόσωμη τζαμαρία να μην χάνεις λεπτομέρεια από το τι γίνεται μέσα ή έξω από τον χώρο), συνομιλούσαμε, και έβρισκε αυτός και κάτι φίλους και τον επισκεπτόντουσαν και του μίλαγαν και εγώ παρακολουθούσα, προνομιούχος συμμετέχων και συνομιλών σε εκείνη την ξενάγηση - μέχρι και ένα διαμέρισμα θυμάμαι που είχαμε πάει, και κοιτούσα τις ονομασίες των παλιών βιβλίων που είχε στοιχισμένα σε κάτι ράφια. (έχω συνηθίσει, φαίνεται, όταν το βλέμμα μου πλανάται, να ξεκουράζεται πέφτοντας σε βιβλία πάνω σε ράφια... τα βιβλία πάνω σε ράφια.. το απόλυτο παυσίπονο στην αμηχανία που νιώθω μέσα σε μια άγνωστη αίθουσα)
είδα επίσης σε δεύτερο επεισόδιο ένα night club και την Ο., κάτι λέγαμε, κάναμε σοσιαλάϊζινγκ, ήταν και ο μπαμπάς της για κάποιο λόγο εκεί ως θαμώνας του night club, αλλά επειδή δεν ήταν πια εκείνης της ηλικίας που να αντέχει τα ξενύχτια, έριχνε κάτι ύπνους σε έναν καναπέ, και μας μιλούσε περιστασιακά.
το πρωί ξύπνησα ανανεωμένος, λες και η ζωή μου ήταν ανέκαθεν γεμάτη περιπέτειες και μόλις έζησα μια απ' αυτές, για να αισθάνομαι πλήρης εντυπώσεων, όχι πλήρης ημερών, ελπίζω, προς το παρόν - αλλά τέλος πάντων, ικανοποιημένος κι έτσι. δεν έκανα στο όνειρο σέξ.
...
οταν συχνά περιγράφοντάς με αναφέρονται σε κλασσική περίπτωση βλάβης, δεν ξέρω τι εννοούν. η αλήθεια είναι ότι δεν θυμάμαι κανέναν συγκεκριμένο να το έχει πει ποτέ σε μένα, στ' αλήθεια, το φαντάζομαι απλώς. φαντάζομαι πως αν μου λέγαν έτσι θα σκεφτόμουν τους ρομπότ του Στάνισλαβ Λεμ, έτσι όπως τους περιγράφει στις ζωγραφιές του, με τσίγγινο κέλυφος και ορατά παξιμάδια, και δεν θα ήξερα αν πρέπει να πάρω με περιφάνεια ή με ντροπή αυτόν τον χαρακτηρισμό. Θα έγερνα προς περιφάνεια. Καθώς μου αρέσουν μισοσπασμένα πράγματα (? a broken toy, gift from a broken girl to a broken boy? a broken boy, gift from a broken girl to a broken toy ?)
...
επίσης σε κάτι φανταστικές χώρες ιστοριών επιστημονικής φαντασίας (που τελικά δεν είναι ούτε πολύ επιστημονική, αλλά ούτε και πολύ φαντασία) κατοικούσαν φιλές καλών archers (half-elf?) που έφερναν ονομασία Ινγκιμπόγκεν ή κάτι τέτοιο, και μάχονταν πάντα στο πλευρό του καλού και φορούσαν πλατιά κόκκινα καπέλα γιατί ζούσαν κανονικά σε δάσος με κόκκινα φύλλα και εκεί τα κόκκινα καπέλα ήταν καλό καμουφλάζ, και τα έχουν συνηθίσει.
για κάποιο λόγο όχι ιδιαίτερα σαφή άκουγα αυτό στο τραίνο. το εξώφυλλο μοιάζει με το pit στο οποίο έπεφταν (ή τους έριχναν) διάφοροι στο Incal του Jodorowski, και τους παρακολουθούσαν για διασκέδαση οι περίοικοι και επισκέπτες σε ενδιάμεσους ορόφους. δεν ήταν λόγος που το άκουγα - και δεν είναι και κάτι που ακούω συνήθως. απλώς έχει κολλητική lead γραμμή πως το λένε. επικούρα. επίκαιρα. επίκουρος ιατρός. να πάμε και στα ιατρικά μας. (Modern Rites - Unburdened)
έπεσα σε κάτι άλλα μπλογκς που υπάρχουν στην μπλογκόσφαιρα και πέρασα από μια πληθώρα συναισθημάτων, π.χ. θαυμασμού, ενδιαφέροντος, ζήλιας, ζήλιας #2, ικανοποίησης (που είμαι στεγανά απομονωμένος από το κοινωνικό κομμάτι των bloggers? που δεν είμαι ο χειρότερος ever? (ποιός είναι ο χειρότερος ever? xiroteros ever. ωραίο όνομα για συγκρότημα (πελτές το μυαλό μου, ζημώνει σαν το ψωμί και αποκτά αλκοολικό βαθμό). το ωραίο μπλογκ που ανακάλυψα ήταν το V for Valis - αν και δεν μπορώ να το διαβάσω για πολύ, περιστασιακά μόνο από λίγο κάτι. ίσως. κάτι που να μην έχει να κάνει με την Ταϋλάνδη μάλλον. (μήπως είναι κάποια επινόηση ή κωδική λέξη για κάτι άλλο που ακόμα είμαι πολύ μικρός ψυχικά
octopus
fear of dying, fear of learning that somebody died
you knew that death existed all around you,
you had developed coping mechanisms of not taking it
literally,
of switching your thoughts ingeniously
it's not easy anymore -
is it because biologically and statistically
you feel closer to death yourself?
more coping mechanisms of a different kind
will spring to life, you think,
to squelch yet another offensive,
but, as in a good Atomic Roster song,
"death walks behind you" -
at one point I have been thinking that my
writing "death" all the time in my notebooks,
listening to death metal and what not,
was a part of that same coping mechanism,
as a way to accustom myself to that constant
looming shadow that haunts every person,
and is a part of global mysticism that
unites us by definition
and divides us all the same
(death is a parting, a forced farewell,
sodom's "'till death do us unite",
paradise lost' "faith divides us, death unites us",
in death we are all equal,
and yeah, some quality shit this way)
I have confessed time and time again that
when I write in English, it helps me feel
less confessional.
(I did it again - I want to confess yet I don't want to feel like I am confessing)
(have I ever told you that I strongly dislike the capital 'I'?)
(has it something to do with the fact that I began THIS
when i choose to write in english, it happens
half-heartedly, almost as a prank,
an experiment, like submerging myself into the sea
to see how it might feel.
I have a feeling now that I am rereading one of my letters
from a long time ago, maybe twenty years ago. A letter
by a different person that happens to share the same past
with me. Sometimes I feel sorry or angry at that person,
in some specific turn of thought, but most of the times I feel
ashamed - which is a shame that has two sharp edges,
one edge are some things that I do not agree with now, or that seem
childish and extremely naive to my current "ME", and the other
edge is the feeling that I start crossing
some border of inappropriateness when
reading a material belonging to someone who isn't me (SWIM),
which is kind of psychologically strange, as legally, that person
nor God gonna prick me with a burning prod for all eternity.
I have this feeling possibly because I chose to write in English.
A case where a foreign language might work
as a kind of a shield from oneself.
Is it?
And when does this endless babble signifies ME, or is just some
kind of remnant debris from a Noah's Ark of myself?
I have many feelings.
I have many feelers.
Sometimes I feel as if I got drunk on myself.
Too much of myself making me dizzy.
Not necessarily in a bad sense.
Yeah?
Maybe.
Playing with myself.
Enjoying that inverted companionship,
introvert relationship,
with the different facets of myself
- look! I forgot about death.
For a while.
As long as I don't get too excited
that I forget to keep breathing.
(breathe out, breathe in, as in Kate Bush "Breathing")